Πρωτοχρονιάτικες σκέψεις



 

 


Πριν μερικά χρόνια αν κοιμόσουν μπροστά στην τηλεόραση ξυπνούσες με τα ιστορικά «χιoνάκια» να χοροπηδάνε στην  οθόνη σου.

Τέλος προγράμματος.

Τώρα ξυπνάς με την οξυζεναρισμένη κυρία,  που ανά δέκα επτά,  διαφημίζει τη νέα λοσιόν που σε γλιτώνει από  την τριχόπωση και την άλλη λοσιόν που σε αδυνατίζει,  ενώ καταπίνεις τα εκλεράκια σαν τα στραγάλια.

Το πρόγραμμα  πλέον δεν τελειώνει, δεν σταματάει. Η ροή τοy συνεχίζεται αδιάλειπτη, σαν τη ροή του χρόνου.

Παγιδευμένη  σε αυτή τη συνεχή ροή, με την ίδια οξυζεναρισμένη κυρία του 2013, ξύπνησα και σήμερα πρώτη πρώτου του 2014.

Σαν να μην άλλαξε τίποτε από το προηγούμενο έτος: Η ίδια πόλη, η ίδια ..για να μην πω και χειρότερη… διάθεση, ή ίδια θλίψη…

 

Πριν μερικά χρόνια έπεφτες να κοιμηθείς και ευχόσουν το απογοητευμένο σύμπαν που άφηνες πίσω, στο ξύπνημά σου να έχει μετατραπεί σε Παράδεισο που πάντα ονειρευόσουν. Και ναι μεν μπορεί να ξυπνούσες στο ίδιο απογοητευμένο σύμπαν …σε κάποια στροφή του δρόμου σου τύχαινε να ξεστραβωθεί η καλή σου τύχη για να σου πει καλημέρα…

 

Από δω και πέρα θα ξυπνάς στο ίδιο απογοητευμένο σύμπαν της νέας …και των νέων δεκαετιών που είναι σημαδεμένο, για να αισθάνεσαι σαν τους έγκλειστους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης…

 

Σκέφτομαι με τη νέα χρονιά να σταματήσω να κρατάω ημερολόγιο. Ποιός ο λόγος να καταγράφω τι είδα, τι σκέφτηκα, τι έγινε; Ποιόν ενδιαφέρουν; Ούτε καν εμένα από τη στιγμή που όλα επαναλαμβάνονται με την ίδια αδιάκοπη πλήξη και θλίψη. ΄Οπως με την ίδια πληξη και θλίψη διαδέχεται ο ένας μήνας τον αλλο μήνα. ο ένας χρόνος τον άλλον χρόνο, ο ένας πόλεμος τον άλλον πόλεμο, ο ένας θάνατος τον άλλο θάνατο..

 

Το ημερολόγιο βεβαίως δεν το γράφεις για να μην ξεχνάς. Το γράφεις για να ξεσπάς. Αυτή είναι η αξία του. Είναι εργαλείο αυτοεκτόνωσης και όχι εργαλείο απολογισμού, Είναι εργαλείο ανάμνησης και ενίοτε… αυτοτιμωρίας. Στις σελίδες του αποθηκεύεις συναισθήματα  της στιγμής, που την άλλη στιγμή έχουν αλλάξει.

Ποιά η αξία συναισθημάτων τόσο ευμετάβλητων; Συναισθημάτων περαστικών; Γιατί να τα καταγράφω; Ποιά η αξία των αναμνήσεων; Γιατί να τους δίνω αξία, αφού τις περισσότερες φορές έρχονται στο μυαλό μου για να με πληγώσουν;

 

Θέλω να καταργήσω τις αναμνήσεις. ΄Ερχονται όμως μόνες τους τέτοιες μέρες.Είναι εξωγενείς και ποταποί παράγοντες εκείνοι που με σπρώχνουν να θυμηθώ. Είναι τα φωτάκια, οι αστραφτεροί επώνυμοι που θυμούνται την καλύτερη Πρωτοχρονιά της ζωής τους, η πίεση που μας ασκείται από την τηλεόραση να γιορτάσουμε και να χαρούμε γιατί έτσι πρέπει- όλα αυτά τα γλυκά… Πηγαίνεις να αγοράσεις μια φρατζόλα ψωμί και βρίσκεσαι μπροστά σε ένα βουνό κουραμπέδες. Θες δε θες θυμάσαι «η τάδε τους έκανε πιο μικρούς». Θες δε θες τους μυρίζεις και θυμάσαι «η τάδε χρησιμοποιούσε πιο μυρωδάτο βούτυρο, Κερκύρας νομίζω».  Ενδίδεις στην πωλήτρια  που λόγω ημερών έχει βάλει το ευγενικό της ύφος και δοκιμάζεις έναν. «Καμία σύγκριση με της τάδε». Γιατί τίποτε δεν συγκρίνεται με τους κουραμπιέδες της τάδε, με το παρελθόν που είναι πιο όμορφο, πιο ζεστό από το μέλλον.

Οι αναμνήσεις, οι απολογισμοί των γιορτινών ημερών μοιάζουν με βιασμούς της ψυχής. Γιατί σου τους επιβάλλουν. Σε υποχρεώνουν να τους ζήσεις. Με αφορμή τη δήθεν αλλαγή του χρόνου. Ποιός αλήτης την εφηύρε αυτή την αλλαγή του χρόνου; Αφού ο χρόνος δεν αλλάζει ποτέ. Μόνο κυλάει, καταπίνοντας κατά διαστήματα την τάδε ή τον δείνα, όλους τους αγαπημένους, δίνοντας μόνο σε σένα πίστωση. Ως την ημέρα που θα αποφασίσει ότι ήρθε η σειρά σου να σε καταπιεί. Και εσένα και εμένα, μου επιβάλλουν να γιορτάζω κάθε χρόνο αυτή τη θηριωδία: να γιορτάζω όλα εκείνα που έμειναν πίσω, όλες τις «απουσίες», όλες τις (δυσάρεστες τις περισσότερες φορές) εκπλήξεις που με περιμένουν. Αρνούμαι!!!

Μπορεί να ξύπνησα στην πρώτη πρώτου του νέου έτους, αλλά μεγάλωσα πια, οπότε το γεγονός μου ακούγεται εντελώς αδιάφορο. Το δηλώνω εγγράφως.

Αν έχουμε 2014 στην Ελλάδα και όπου αλλού μετράνε έτσι τη ζωή δεν μου λέει απολύτως τίποτε. Το ότι ελπίζω από δω και μπρος τα πράγματα να είναι καλύτερα είναι δεδομένο.  Το ότι δεν θα είναι καλύτερα είναι επίσης δεδομένο.

Μπορώ να έχω ό,τι ζητήσω και να μην πληρώσω για τίποτε;

Να μου αναγνωριστούν όλα τα λάθη ακόμη και μετά την απομάκρυνσή μου από το ταμείο; Να ξαναβρώ εκείνους τους μυρωδάτους κουραμπιέδες; Όχι;…

 

Μπορώ όμως και να μην ελπίζω;



(ελαφρά διασκευή από δημοσίευμα του 2005)